Ανεπηρέαστη μοιάζει να αφήνει τη διάθεση των Ελλήνων για ταξίδι η πληθωριστική κρίση διαρκείας, με δεκάδες χιλιάδες κατοίκους της χώρας να ταξιδεύουν επ’ ευκαιρία των διακοπών των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς και τους χειμερινούς προορισμούς να καταγράφουν υψηλές πληρότητες για μία ακόμη χρονιά.
Πρόκειται για ένα μοτίβο που καταγράφεται σταθερά τα τελευταία χρόνια, με τον αριθμό των ταξιδιών κατά το δίμηνο Ιανουαρίου Φεβρουαρίου να αυξάνεται κατά 47,6% μεταξύ 2019 και 2023. Κατά το ίδιο διάστημα, ο αριθμός των διανυκτερεύσεων αυξήθηκε κατά 43,2%.
Κατά το ίδιο δίμηνο μεταξύ 2022 και 2023, ο αριθμός των ταξιδιών παρουσίασε αύξηση 10,6%, όμως ο αριθμός των διανυκτερεύσεων μειώθηκε κατά 3,6%, σε μια αποτύπωση της τάσης για περισσότερα ταξίδια μικρότερης διάρκειας που αποτελεί, όπως τονίζουν στην «Η» παράγοντες του τουρισμού, σύμφυση της αμείωτης διάθεσης για ταξίδι με τους οικονομικούς περιορισμούς που θέτει η επελαύνουσα ακρίβεια.
Υψηλές πληρότητες και φέτος
«Η αίσθηση που έχουμε είναι ότι τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά ήταν γεμάτοι όλοι οι χριστουγεννιάτικοι προορισμοί, συμπεριλαμβανομένης της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης» λέει στην «Η» ο Εντεταλμένος Σύμβουλος του ΣΕΤΕ Αλέξανδρος Θάνος, διευκρινίζοντας πάντως ότι θα χρειαστεί λίγος χρόνος μέχρι να καταστούν διαθέσιμα τα επίσημα στοιχεία. Τη διαφορά σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές φαίνεται πως έκανε η… κακοκαιρία «Έλενα», που έστρωσε με χιόνι πολλούς ορεινούς όγκους της χώρας μετά από δύο έτη ελάχιστων χιονοπτώσεων, επιτρέποντας τη λειτουργία των χιονοδρομικών κέντρων.
«Σε όλους τους χειμερινούς προορισμούς η πληρότητα άγγιζε σχεδόν το 90%» λέει από την πλευρά του ο Ανδρέας Χίου, πρόεδρος του Πανελλήνιου Συλλόγου Διαχειριστών Ακινήτων (ΠΑΣΥΔΑ), κάνοντας λόγο για πανελλαδική αύξηση της τάξης του 10%-15% στα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης. «Στην Αθήνα η πληρότητα ήταν πάνω από 90%, ενώ στη Θεσσαλονίκη λίγο χαμηλότερα», προσθέτει, τονίζοντας ότι από τους μικρότερους οικισμούς ξεχώρισαν μεταξύ άλλων τα Καλάβρυτα, το Μέτσοβο και το Ζαγόρι με πληρότητες της τάξης του 95%, ενώ στο Πήλιο άγγιξαν το 100%. Διευκρινίζει πάντως ότι η χιονόπτωση που έφερε η «Έλενα» δεν επηρέασε ιδιαιτέρως τη βραχυχρόνια μίσθωση καθώς οι κρατήσεις είχαν γίνει νωρίτερα.

Ελαφρώς χαμηλότερα τα ξενοδοχεία
Στον αντίποδα ωστόσο, ελαφρώς μειωμένη ήταν η κίνηση στα ξενοδοχεία. Όπως λέει στην «Η» ο γενικός γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων, Άγγελος Καλλίας, φέτος «καταγράφηκε μια μικρή μείωση της τάξης του 3-4%, κυρίως επειδή η περίοδος των Χριστουγέννων δεν πήγε όσο καλά περιμέναμε». Η εικόνα βελτιώθηκε την Πρωτοχρονιά, κυρίως λόγω της χιονόπτωσης που προηγήθηκε: «Μετά τις 29 Ιανουαρίου άρχισε να ανεβαίνει η επισκεψιμότητα, κυρίως στις περιοχές που βρίσκονταν σε λειτουργία τα χιονοδρομικά κέντρα ή τα θεματικά πάρκα», τονίζει, υπογραμμίζοντας ότι η χιονόπτωση βοήθησε να υπάρξουν πολλές last minute κρατήσεις που ανέβασαν την πληρότητα του δεκαπενθημέρου σε περίπου 75%, ελαφρώς χαμηλότερα από πέρσι που ήταν κοντά στο 80%.
Για τον γενικό γραμματέα της ΠΟΞ η πτώση στις πληρότητες των ξενοδοχείων οφείλεται κυρίως στη ραγδαία ανάπτυξη της βραχυχρόνιας μίσθωσης, η οποία φαίνεται περισσότερο τον χειμώνα καθώς το καλοκαίρι η προσφορά υπερκαλύπτεται από τις αυξημένες τουριστικές ροές από το εξωτερικό. «Τον χειμώνα όμως που όλοι απευθυνόμαστε στην ίδια δεξαμενή πελατών, στους Έλληνες, τα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης τραβούν κόσμο από τα ξενοδοχεία, κυρίως οικογένειες. Αυτό πιέζει τις μονάδες που αποτελούν οικογενειακές κυρίως επιχειρήσεις και κλονίζει τις θέσεις εργασίας», υπογραμμίζει.

Πού οφείλεται η επιμονή στο ταξίδι;
Ανεξαρτήτως πάντως τον τύπο καταλύματος, αποτελεί γεγονός ότι η ταξιδιωτική έξαρση που παρατηρήθηκε μετά την πανδημία δείχνει να σταθεροποιείται, αποτελώντας – προς ώρας τουλάχιστον – τη νέα κανονικότητα.
«Αυτό που βλέπουμε είναι ότι ο κόσμος θέλει να ταξιδέψει – πρόκειται άλλωστε για μια τάση που παρατηρείται σε πανευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο», λέει ο Αλέξανδρος Θάνος. Γίνονται βεβαίως κινήσεις προσαρμογής στην οικονομική πραγματικότητα: «Πολλοί μειώνουν τις ημέρες διαμονής ή διαμορφώνουν ένα εντελώς διαφορετικό πρόγραμμα, όμως συνεχίζουν να ταξιδεύουν», τονίζει, υπογραμμίζοντας ότι για τους Έλληνες επισκέπτες η αλλαγή εκφράζεται κυρίως με μικρότερους χρόνους διαμονής. «Ταξιδεύουν περισσότερο αλλά μένουν λιγότερες ημέρες στον προορισμό. Αυτή είναι η τάση», εξηγεί. Τονίζει δε ότι η επιθυμία για ταξίδι τέμνει όλα τα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Αυτό που αλλάζει αναλόγως το διαθέσιμο εισόδημα είναι κυρίως οι προορισμοί και το κόστος των καταλυμάτων που επιλέγονται.
Από την πλευρά του, ο Ανδρέας Χίου αποδίδει σε μεγάλο βαθμό την αύξηση του τουριστικού ρεύματος στην εξάπλωση της βραχυχρόνιας μίσθωσης, που προσφέρει – όπως υποστηρίζει – πιο οικονομικές επιλογές κυρίως για οικογένειες με παιδιά. Τα καταλύματα τύπου airbnb άλλωστε δίνουν συχνά τη δυνατότητα να μαγειρέψει κανείς στο διαμέρισμα, κάτι που ορισμένοι – ξανά, κυρίως οικογένειες – προτιμούν προκειμένου να μειώσουν τα έξοδα.
Συμφωνεί δε ότι η ισχυρή επιθυμία για ταξίδια τέμνει κάθετα την ελληνική κοινωνία, με τους προορισμούς και το κόστος των καταλυμάτων να προσαρμόζεται στις οικονομικές αντοχές καθενός. Εκτιμά ότι το λεγόμενο «revenge travelling», η τάση δηλαδή για «ταξίδια εκδίκησης» για την περίοδο του εγκλεισμού λόγω της πανδημίας, αποτέλεσε την αφορμή για να γνωρίσει ο κόσμος τα ακίνητα βραχυχρόνιας μίσθωσης, όμως πλέον το τουριστικό ρεύμα έχει αποκτήσει μια δική του, αυτόνομη δυναμική.
Προέλευση και το πλήρες δημοσίευμα μπορείτε να διαβάσετε εδω : www.imerisia.gr